1.5.12

ΣΤΗΝ ΠΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΣΕΞ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ


"Ερως ανίκατε μάχαν"
Σοφοκλής

Απ'αρχαιοτάτων χρόνων, ο έρωτας ήταν μια θεότητα. Ο θεός Ερως. 'Η όπως αλλιώς θέλεις να το πείς. Μια μουτσούνα όπως όλες οι υπόλοιπες, μουρμούραγε όλη την ώρα πάνω απο το κεφάλι σου και σε τσίγκλαγε να νιώσεις ένα πολύ ιδιαίτερο συναίσθημα που πολλοί βιάστηκαν να το ταυτίσουν με την "αγάπη" αλλά φευ, έφαγαν τα μούτρα τους καθότι ο "θεός" αυτός απλά αρέσκεται στο να μη λέει ποτέ τα πράγματα με το όνομά τους. Ακόμα κι αυτό το υπερβλακώδες "δωδεκάθεο", έχει μια αρχή κι ένα τέλος: ο Αρης κάνει πόλεμο, ο Ποσειδώνας θάλασσες, ο Δίας κεραυνούς, η Αρτεμις κυνηγάει ελάφια και ο Ερμής μοιράζει το γάλα. Απλά μαθηματικά. Ο Ερως τί ακριβώς κάνει; Σε κάνει να ερωτευτείς; Δηλαδή;
 
Στην ουσία, επειδή όλοι οι αρχαίοι (κάθε κράτους, ηπείρου, γαλαξία) πίστευαν σε ο,τι παπαριά κατέβαζε το - μάλλον μεθυσμένο - κεφάλι τους, έπρεπε να βρούν και κάτι που να αντικρούει το θεό του γαμησιού, της καύλας και της σαρκικής εμποροπανήγυρις, το Διόνυσο (σ.σ. Μην ακούτε αυτά με τα κρασιά και τις μαλακίες - είναι η ίδια δικαιολογία με αυτό που ονομάζουμε σήμερα "μεθυσμένη γκόμενα"). Τί ήταν αυτό; Ενα χοντροκώλικο παιδάκι με δυο μπηγμένα φτερά στην πλάτη κι ένα τόξο που πετάει παγωτά. Αμα σου πέσει κανένα στη μάπα, πάει, ερωτεύτηκες. Δηλαδή, τί έπαθες ακριβώς; Εχουν γράψει ενα εκατομμύριο πράγματα γι'αυτο που "παθαίνεις", αλλά κανένας δεν έχει εξακριβώσει μέχρι σήμερα τί στο διάτανο ήθελαν να πουν. Πολλά χρόνια αργότερα, οι μεταγενέστεροι - στην πράξη - έχουν κρατήσει μόνο αυτό που λέει "όταν πίνεις, γίνεσαι άλλος άνθρωπος". Οτι και καλά βγάζεις όλα σου τα εσώψυχα στη φόρα και ένα απο αυτά πάντα θα είναι ένας διακαής σαρκικός πόθος προς τον/την απέναντι. Ο,τι έκανε κι ο Διόνυσος δηλαδή, που αυτή τη στιγμή έχει ματώσει τα αρχίδια του απο τη βαρεμάρα.
 
 
"Ο έρωτας της φαντασίας είναι πολύ καλύτερος απο τον έρωτα της πραγματικότητας"
Αντι Γουόρχολ
 
Και καθώς τα χρόνια περνούσαν και όλα έμοιαζαν όλο και πιο μάταια, ο έρωτας έλεγες πως είναι αυτό που σε οδηγεί σε μία και μόνο διαπίστωση: την απόρριψη. Δεν είναι συναίσθημα, ούτε αποτέλεσμα, ούτε κατάσταση. Είναι διαπίστωση. Για παράδειγμα, έβλεπες μια γυναίκα που σου άρεσε (ήθελες να κάνεις σεξ μαζί της) και απο τη στιγμή που οι παλιές, καλές εποχές (προ Σοφοκλή) με το ρόπαλο και το σούρσιμο στη σπηλιά είχαν περάσει ανεπιστρεπτί, έπρεπε να οργανώσεις την τέλεια στρατηγική για ενα ομοιόμορφο μαύρισμα. Στην εποχή του βουκολικού, κατάστρωνες στιχάκια με τις πιο κιτς μαντινάδες όλων των εποχών, το κάρφωνες σε ενα μικρό, ατσάλινο, αφρικάνικο μαχαίρι και το εκτόξευες στο ξύλινο παραθύρι της καλύβας που διέμενε η καλή σου. 'Η, την παρακολουθούσες μετά σιέλου να μαζεύει θυμάρι και την πλησίαζες οριακά χεσμένος για να της πείς οτι τα μαλλιά της έχουν το χρώμα του ήλιου, οτι τα μάτια της μοιάζουν με γάργαρο νερό, η μύτη της με παγοκρύσταλλο σε χερούλι πόρτας, κ.ο.κ. Αυτός ήταν ο έρωτας την εποχή του Μαυροκορδάτου. Γλυκανάλατες καρτ-ποστάλ μιας ασυγκράτητης σαρκικής επιθυμίας! Σόρι, αλλά ήθελες να κάνεις σεξ μαζί της.
 
 
Και φυσικά, λίγο αργότερα, στους μεταξικούς χρόνους, μάζευες καλλίφωνους ζεν-πρεμιέ κι έναν ακόμα που θα έμοιαζε του Αυλωνίτη και τραβούσες κάτω απο το - επίσης ξύλινο - παραθύρι της καλής σου για να της τραγουδήσεις το "Τραμ το Τελευταίο", εκδηλώνοντας την επιθυμία σου: να την παντρευτείς. Χα! Δε θα έλεγα κάτι για σεξ, γιατί τότε είχαν μπεί στη σειρά άλλες προτεραιότητες. Οι δουλειές, οι καριέρες, να λήξει ο πόλεμος και κάτι τέτοια. Ακόμα και τα βουκολικά είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Τότε, ο έρωτας ήταν κάτι σαν συμβολαιογραφική πράξη. Ναι μεν κυνηγούσες αυτή που σου άρεσε, αλλά αυτό που ένιωθες κατά βάθος δεν ήταν "έλξη" αλλά τρία παιδιά Βολιώτικα και μια θεσούλα στον κρατικό μηχανισμό. Μερικά βήματα δηλαδή πριν το νεοφιλελευθερισμό ήταν το "δε γαμείς που δε γαμείς, παντρέψου τη".
 
Τότε έπρεπε να αρχίσεις να το φαντάζεσαι λίγο παραπάνω, γιατί επί της πράξεως δε γινόταν δουλειά. Εχω, δε, την εντύπωση οτι οι ανώμαλοι εγκέφαλοι της αρχαίας Ελλάδας ή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήταν τότε που ξανάκαναν την εμφάνισή τους κι ακριβώς επειδή το όνειρο απείχε χιλιόμετρα απο την πράξη, η φαντασίωση είχε δείξει το δρόμο στην καθημερινότητα. Η σαρκική επιθυμία είχε ήδη αρχίσει να καταδικάζει το "συναίσθημα" (το ποιό;). Σκέψου το '60 και το '70, όπου το σεξουαλικό "λα-λα" είχε χτυπήσει κόκκινο. Τα πάντα γύρω απο το σεξ, είχαν μία και μόνη δεύτερη ερμηνεία κι αυτή δεν ήταν "έρωτας" αλλά "παρτούζα". Παιδιά των λουλουδιών, καμμένα σουτιέν, μαριχουάνα στοπ. Μέχρι τη δεκαετία του '80 και την τεχνητή μάστιγα του AIDS, ο έρωτας είχε πεθάνει κάπου ανάμεσα στους καπνούς και τη μυρωδιά του ναπάλμ το πρωΐ.
 
 
"Αλλο αγάπη και άλλο σεξ"
Hi-5
 
Ωρες-ώρες πιστεύω οτι αν δεν υπήρχε αυτή η τρομοκρατική σεξοφοβία των 80s και των 90s, ο "έρωτας" θα ήταν ακόμα ένας φτερωτός χοντρούλης απο κάτι παραμύθια με τον Ηρακλή και το δεινόσαυρο. Σήμερα, έχουμε φτάσει στο σημείο να παρλαπιπιάζουμε γι'αυτό το θέμα με τον πλέον κουραστικό και υπεραναλυτικό τρόπο. Τα περισσότερα ζευγάρια σήμερα αγαπάνε ο ένας τον άλλον απο συνήθεια. Κυρίως, επειδή βιάστηκαν να τους ερωτευτούν. Αχα! Μήπως αυτό είναι τελικά το ρεζουμέ; Ο έρωτας είναι αυτή η "πράξη" που συνήθως οδηγεί στο λάθος συμπέρασμα, όπως ακριβώς το πολύ κρασί. Οπως και το σεξ με κάποιον άσχετο, ένα βράδυ που ήπιες λίγο παραπάνω και την άλλη μέρα (που ήπιες απλά ενα καφεδάκι) έχεις γαμήσει στο πάτημα το "αθόρυβο" του κινητού σου. Με λίγα λόγια, νομίζω πως ο έρωτας είναι απλά μια δικαιολογία ώστε χωρίς να χρειαστεί να "αγαπήσεις" να μπορείς να ικανοποιείς τα - φυσιολογικά - σεξουαλικά σου ένστικτα. Και ξεκινά απο την ανάγκη που έχουμε δημιουργήσει να λέμε ψέμματα στον εαυτό μας. Γι'αυτό δεν ερωτευόμαστε, παρά μόνο φροντίζουμε να "βρισκόμαστε". Εκεί που πήγε να γεννηθεί αυτό το αδιευκρίνιστο συναίσθημα, το σκοτώσαμε με την ίδια ευκολία που, κάποτε, οι πρόγονοί μας το έκαναν... θεό.
 
Το έχει δείξει και η πράξη άλλωστε. Το σεξ μπορείς και να το πληρώσεις προκειμένου να το αποκτήσεις. Αυτόν τον "έρωτα" τί διάολο μπορείς να τον κάνεις;
 
ΔΙ ΕΝΤ.