3.7.10
Ο ΛΑΚΚΟΣ
Ο Κύριος ξύπνησε πρωί-πρωί - ούτε καν είχε προλάβει να χαράξει κανονικά - και ντύθηκε με τα καλά του. Ενας εξαιρετικά καλαίσθητος συνδυασμός παντελονιού και σακακιού, μαύρα και τα δύο κι ενα εξίσου υπέροχο άσπρο πουκάμισο, καλοσιδερωμένα και τα τρία, πεντακάθαρα, μοσχοβολάγανε. Μαζί, μια απλή, αλλά συνάμα καλόγουστη γραβάτα τα συνόδευε. Χτενίστηκε, αρωματίστηκε, έγινε επιτέλους μετά απο καιρό ενα αληθινό πρότυπο.
Κατευθύνθηκε προς την αποθήκη του σπιτιού του και άρπαξε ενα φτυάρι. Ολοκαίνουριο, το είχε αγοράσει μόλις πριν λίγες μέρες, αχρησιμοποίητο και απο τα ακριβά. Το πήρε στα χέρια του και πήγε στο αυτοκίνητό του, όπου το τοποθέτησε στο πορτ-μπαγκάζ. Μπήκε κι εκείνος με τη σειρά του στη θέση του, έβαλε μπρος και ξεκίνησε.
Ο καιρός, υπέροχος. Μια ζεστή, αλλά όχι αποπνιχτική ατμόσφαιρα. Ο ήλιος ήταν, μετά απο πάρα πολύ καιρό, ξανά φιλικός μαζί του. Δεν τον χτυπούσε ενοχλητικά στην πλάτη, απλά τον αγκάλιαζε. Και η αίσθηση του αέρα... Πόσο χαρούμενος ήταν! Για πρώτη φορά κατέβασε τα παράθυρα του αυτοκινήτου για να αναπνεύσει τον αέρα και για πρώτη φορά ένιωθε οτι γέμιζε η ψυχή του την ικανοποίηση της φύσης.
Μετά απο μερικά χιλιόμετρα, έφτασε στον προορισμό του. Μια άδεια αλάνα, μακριά απο την πόλη, γεμάτη πέτρες και μικρά σκουπίδια. "Ανίδεοι", ήταν το πρώτο που ψέλλισε. "Πως καταστρέφουν έτσι έναν τόσο υπέροχο τόπο". Σιγά τον τόπο, θα μου πείτε. Μια αλάνα της παρηγοριάς για αναποφάσιστα 10χρονα που κλοτσάνε κάτι πανιά με χρωστικές. Ο Κύριος όμως είχε άλλη άποψη.
Οπως και να 'χει, σταμάτησε το αυτοκίνητο, κατέβηκε, έβγαλε το φτυάρι και προχώρησε προς το κέντρο της αλάνας. Εριξε δυο κλεφτές ματιές τριγύρω του. Ψυχή δεν υπήρχε. Το χαμόγελο ήρθε ξανά στα χείλη του. Εμπηξε με δύναμη το φτυάρι στο χώμα κι άρχισε να σκάβει. Αδιάκοπα. Μετά απο αρκετή ώρα, είχε ανοίξει το λάκκο που ήθελε. Τα ρούχα του, όμως, είχαν λερωθεί. Δεν ήταν πια καλοσιδερωμένα, αλλά "χρησιμοποιημένα". Ο ιδρώτας του είχε χαλάσει το χτένισμα, πλέον βρωμοκοπούσε, δεν ήταν αυτός που ήταν πριν λίγες ώρες. Απογοητεύτηκε για μια στιγμή και είπε να ξαποστάσει.
Τον πήρε ο ύπνος στο αμάξι. Ο λάκκος έμεινε εκεί, ανοιχτός. Πάντως, ακόμα και μετά το πέρας μερικών ωρών, δεν είχε πατήσει άνθρωπος στην αλάνα. Οταν ο Κύριος ξύπνησε, συνειδητοποίησε πως δεν μπορούσε να μείνει άλλο έτσι, βρώμικος και τσαλακωμένος. Δεν του άρεσε αυτή η εικόνα, γι'αυτό και πήρε το αυτοκίνητο και ξαναγύρισε σπίτι του, όπου πλύθηκε, χτενίστηκε και ξαναντύθηκε με ρούχα αντίστοιχα με τα προηγούμενα. Ηταν, και πάλι, πρότυπο.
Οταν γύρισε στην αλάνα, βρήκε το λάκκο κλειστό και το φτυάρι εξαφανισμένο. Για μια στιγμή σάστισε. "Μα, ποιός θα έκανε κάτι τέτοιο;" σκέφτηκε. Εστιψε το κεφάλι του, αλλά απάντηση δεν πήρε. Απογοητευμένος ξανά για τον κόπο και τον χρόνο που έχασε, αποφάσισε να γυρίσει σπίτι του και να κρεμαστεί.
Σ'αυτόν τον κόσμο, όπως συνειδητοποίησε λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, ένας άνδρας μόνος του δεν είναι τίποτα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
6 σχόλια:
υπεροχο αλλα μου θυμιζει τοσο εντονα το Matchpoint που ειδα χτες...
Φίλε μου, πρώτον δε σου φταίει κανείς που βλέπεις απαράδεκτες ταινίες. :-Ρ
Δεύτερον... που κολλάει το "Match Point"; Εκτος του οτι σε προκαλεί να σκάψεις το λάκκο σου... :-Ρ
Xmm auti h ataka tou anonimou kati mou thumizei kati omos e...
Τι σου θυμίζει; Τον Γούντι Αλεν; :-Ρ
μμμμ απλα αυτο το twist στο τελος που πηγε και κρεμαστηκε ο ηρωας σου ειναι ακριβως τοσο ακυρο οσο το twist της ταινιας. Να δω το Cassandras dream η να περιμενω και χειροτερα???
Δεν ήταν twist η κρεμάλα. Σόρι που σε απογοήτευσα...
Οχι, μη δείς το "Cassandra's Dream". Δες κάτι άλλο στον ύπνο σου.
Δημοσίευση σχολίου