28.3.11
ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΣΟΥ
Ο γιός του Α λέγεται κι αυτός Α. Δεν υπάρχουν διαφορές, παρά εκατοντάδες ομοιότητες. Ενα και το αυτό. Ενα μικρό παιδί που θέλει να μιλήσει, γιατί σκέφτεται τόσο πολύ όσο κι ο πατέρας του.
Είναι βολεμένο στο μικρό κρεβάτι του. Μόλις το έχει πάρει ο ύπνος και οι πρώτες άτακτες εικόνες μοντάρονται με εξίσου άτακτο τρόπο στο, υπο ανάπλαση, μυαλουδάκι του. Ο προτζέκτορας έχει αρχίσει τη σουρεάλ προβολή.
Σκόρπιες φιγούρες, μερικές γνώριμες, άλλες αποκυήματα της οργιάζουσας φαντασίας του. Κάνουν πράγματα που δεν βγάζουν νόημα, όπως και σε κάθε όνειρο άλλωστε. Μιλάνε με περίεργες φράσεις, κάνουν κινήσεις που δεν εξηγούνται, αλλά εντυπωσιάζουν. Ιντριγκάρουν. Ανάμεσα στις φιγούρες, ένας ψηλός, σωματώδης και σκοτεινός άνδρας κρατάει απο το χέρι ενα μικρό κοριτσάκι. Τα δύο αυτά πρόσωπα ανήκουν στο κονκλάβιο των άγνωστων χαρακτήρων στην ονειρική προβολή του μικρού Α. Ανάμεσα στις μουρμούρες των υπολοίπων, την οχλαγωγία και το ανέμελο παιχνίδι, ο άνδρας με το κοριτσάκι τον πλησιάζουν. Τα πρόσωπα παραμένουν στη σφαίρα της φαντασίας, χωρίς τίποτα το οικείο. Ο άνδρας αφήνει το κοριτσάκι και βγάζει απο την τσέπη του ενα γράμμα, δίνοντάς το στον Α. Μέσα στον ύπνο του, ο μικρός Α δεν μπορεί να διαβάσει. Αλλά και να μπορούσε, δε θα έβγαζε άκρη. Ανοίγει το γράμμα και κάνει μια προσπάθεια. Πριν προλάβει να ξεκινήσει, το κοριτσάκι μπήζει τα κλάματα. Εντονα και γοερά, ενα ηχηρό, αλλά δίχως λέξεις, μοιρολόι.
Ο Α ξύπνησε απότομα. Οι φωνές του κοριτσιού τον τρόμαξαν, τον ξεσήκωσαν. Με το που άνοιξε τα μάτια του, είδε παντού σκοτάδι. Πυκνό. Στοιχειωμένο. Αρχισε να τρέμει, να φοβάται - μήπως δεν είχε ξυπνήσει ακόμα, μήπως ο εφιάλτης συνεχιζόταν πιο χαοτικός απο ο,τι πριν λίγα δευτερόλεπτα. Τί να πρωτοχωρέσει στο μυαλουδάκι ενός μικρού παιδιού; Τί να σκεφτεί, τί να αναλύσει, τη συμπάθεια να δείξει στον εαυτό του και την οργιώδη φαντασία του; Ευτυχώς για εκείνον, η παραζάλη δεν κράτησε πολύ. Ο μεγάλος Α μπήκε στο δωμάτιο και άναψε το φως. Κι απο το σκοτάδι, ήρθε ενα απότομο εκτυφλωτικό φως. Ολα καλά.
Πίσω απο τον Α μπήκαν και τρείς κύριοι. Ο καθένας είχε φέρει απο ενα δώρο για τον μικρό. Περιχαρής ο Α, άφησε τους άνδρες να πλησιάσουν τον μικρό. Ο πρώτος είχε φέρει μια μεγάλη δεσμίδα με χαρτονομίσματα. Ο δεύτερος, ενα μαγικό φίλτρο που γιγάντωνε τη γνώση. Και ο τρίτος, ενα φίλτρο που χάριζε τη δόξα και την αναγνώριση. Τα ακούμπησαν μπροστά στο μικρό και του ευχήθηκαν χίλια καλά πράγματα.
Τότε ήταν που ο μικρός Α έμπηξε για πρώτη φορά τα κλάματα. Και μακάρι να ήταν στο χέρι του να σταματήσει.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου